8η Δεκεμβρίου… Αποφράδα ημέρα για τα Χανιά

58 χρόνια από το ναυάγιο του “Ηράκλειον” στη Φαλκονέρα… 55 χρόνια από την συντριβή του αεροσκάφους στην Κερατέα.



Αποφράδα ημέρα για τα Χανιά που βυθίζονται στο πένθος…
224 άνθρωποι χάνουν τη ζωή του στο ναυάγιο… 90 στη συντριβή του αεροσκάφους… Δεν υπήρχε οικογένεια στα Χανιά που να μην είχε κάποιο νεκρό, κοντινό ή μακρινό συγγενή.
Απο το πλοίο ΕΛΥΡΟΣ που εκτελούσε το δρομολόγιο Χανιά – Πειραιάς τα ξημερώματα πετάχτηκαν στεφάνια στην περιοχή του ναυαγίου, τιμώντας τη μνήμη των νεκρών (ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ)
ΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ
Μια από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στις ελληνικές θάλασσες συνέβη τις πρώτες πρωινές ώρες της 8ης Δεκεμβρίου 1966, κοντά στη βραχονησίδα Φαλκονέρα (23 ν.μ. βορειοδυτικά της νήσου Μήλου), όταν το επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο «Ηράκλειον», που εκτελούσε το δρομολόγιο Χανιά – Πειραιάς, βυθίστηκε λόγω μετατόπισης φορτίου, με αποτέλεσμα να βρουν το θάνατο 224 άνθρωποι.
Το πλοίο είχε ναυπηγηθεί στη Γλασκώβη το 1949 ως δεξαμενόπλοιο με το όνομα «Λέστερσαϊρ», για λογαριασμό αγγλικής εταιρείας. Είχε χωρητικότητα 8.922 κόρων, μήκος 498 πόδια, πλάτος 60 πόδια, βύθισμα 36 πόδια και ανέπτυσσε ταχύτητα 17 κόμβων.
Το 1964, μετά τη μετασκευή του σε οχηματαγωγό, περιήλθε στην κραταιά εταιρεία των Αδελφών Τυπάλδου (Typaldos Lines) και από το 1965 δρομολογήθηκε στις ακτοπλοϊκές γραμμές της Κρήτης, με δυνατότητα μεταφοράς 1.000 επιβατών και 300 αυτοκινήτων.
Για τη μετατροπή του σε οχηματαγωγό είχε απαιτηθεί η αφαίρεση των υποκαταστρωμάτων και έρματος βάρους 200 τόνων για να γίνει το γκαράζ, με αποτέλεσμα την ανύψωση του μεσοκεντρικού βάρους και τη μείωση της ευστάθειάς του. Πάντως, είχε πάρει άδεια πλοϊμότητας από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας.
Το «Ηράκλειον» επρόκειτο να αποπλεύσει στις 7 το βράδυ της 7ης Δεκεμβρίου 1966 από το λιμάνι της Σούδας, με προορισμό τον Πειραιά.
Το δρομολόγιο καθυστέρησε περίπου 20 λεπτά εξαιτίας της καθυστερημένης άφιξης στο λιμάνι ενός φορτηγού-ψυγείου βάρους 25 τόνων, το οποίο μετέφερε εσπεριδοειδή.
Ο λιμενάρχης Χανίων εξέφρασε επιφυλάξεις για την είσοδο του φορτηγού στο πλοίο, λόγω του βάρους του. Ακολούθησαν διαβουλεύσεις και οι αντιρρήσεις του κάμφθηκαν.
Το μοιραίο, όπως αποδείχθηκε, φορτηγό-ψυγείο φορτώθηκε βιαστικά, χωρίς να τηρηθούν οι προβλεπόμενοι κανόνες ασφαλείας.
Το πλοίο αναχώρησε για τον προορισμό του στις 7:20 το βράδυ, με καπετάνιο τον Εμμανουήλ Βερνίκο. Μετέφερε 206 ταξιδιώτες και 65 μέλη του πληρώματος.
Ο καιρός ήταν βροχερός και στο Αιγαίο έπνεαν άνεμοι 8 έως 9 μποφόρ, σύμφωνα με το σήμα που έφθασε στο Λιμεναρχείο Χανίων στις 8 το βράδυ. Το πλοίο συνέχισε το ταξίδι του κάτω από δύσκολες συνθήκες, μέχρι τις 2 τα ξημερώματα της 8ης Δεκεμβρίου. Την ώρα αυτή βρισκόταν κοντά στη βραχονησίδα Φαλκονέρα, στα όρια του Κρητικού με το Μυρτώο Πέλαγος, και ο κλυδωνισμός του πλοίου έγινε έντονος.
Το βαρύ φορτηγό-ψυγείο, που ήταν λυμένο, παλινδρομεί εγκάρσια και συγκρούεται με δύναμη με τα πλευρικά τοιχώματα και την πόρτα εισόδου, μέχρι που με ένα δυνατό χτύπημα σπάει τη μία από τις δύο μπουκαπόρτες, δημιουργώντας ένα ρήγμα 17 τ.μ.
Τα νερά εισβάλλουν ορμητικά και ο ασυρματιστής μόλις που προλαβαίνει να εκπέμψει σήμα κινδύνου στις 2:06 π.μ: «SOS, από Ηράκλειον, στίγμα μας 36° 52′ B., 24° 08 A., βυθιζόμαστε».
Και μετά η σιγή. Το πλοίο βυθίζεται μέσα σε λίγα λεπτά σε βάθος 600 – 800 μέτρων. Πολλοί παγιδεύονται στις καμπίνες, μερικές δεκάδες πέφτουν στη θάλασσα.
Το σήμα κινδύνου κινητοποιεί πολεμικά και εμπορικά πλοία, αλλά φτάνουν αργοπορημένα στο σημείο του ναυαγίου, λόγω της θαλασσοταραχής.
Γύρω στις 10 το πρωί μια «Ντακότα» με συγκυβερνήτη το βασιλιά Κωνσταντίνο υπερίπταται του σημείου του ναυαγίου και εντοπίζει το μοιραίο φορτηγό-ψυγείο να επιπλέει.
Ο Τύπος θα μιλήσει για κίνηση εντυπωσιασμού του βασιλιά, αλλά υπάρχει και η εκδοχή ότι πήγε αυτοπροσώπως στο σημείο για να καταρρίψει τους ισχυρισμούς της Τουρκίας ότι η Ελλάδα αδυνατεί να παράσχει βοήθεια σε κινδυνεύοντα σκάφη στο Αιγαίο.
Τα συνεργεία διάσωσης και τα πλοία που έσπευσαν στον τόπο του ναυαγίου χτενίζουν την ευρύτερη περιοχή και κατορθώνουν να περισυλλέξουν μόνο 47 επιζώντες και 25 σορούς.
Γύρω στις 12 το μεσημέρι όλη η Ελλάδα γνωρίζει για το τραγικό συμβάν και δεκάδες άνθρωποι συρρέουν στα γραφεία της εταιρείας Τυπάλδου σε Χανιά και Πειραιά, για να μάθουν για την τύχη των αγαπημένων τους προσώπων. Η κυβέρνηση Στεφανόπουλου (3η κυβέρνηση «Αποστατών») κηρύσσει πένθος μίας εβδομάδας.
Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων εκείνης της ημέρας αναφέρονταν στην αποδοκιμασία του Γεωργίου Παπανδρέου προς τον Ανδρέα για τη στάση του σε σχέση με τους Λαμπράκηδες, στη δίκη του ΑΣΠΙΔΑ, στις απολογίες των Εμμανουηλίδη και Κοτζαμάνη για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη και τα μεγαλεπήβολα σχέδια της κυβέρνησης για τη μετατροπή της Ελευσίνας σε βιομηχανικό λιμάνι. Αμέσως, όλες σχεδόν οι εφημερίδες κυκλοφορούν έκτακτα παραρτήματα για το τραγικό συμβάν.
Η βύθιση του σκάφους, σύμφωνα με τους ειδικούς, υπήρξε ακαριαία, λόγω παραλείψεων στους όρους ασφαλείας: κακή φόρτωση των αυτοκινήτων, ελλιπής κατασκευή του συστήματος ασφάλειας της «μπουκαπόρτας», έλλειψη συστήματος εκροής των εισερχομένων υδάτων και υψηλή ταχύτητα του πλοίου πάρα τη θαλασσοταραχή, για τη διατήρηση της φήμης του ως του ταχύτερου οχηματαγωγού της γραμμής Κρήτης.
Το ναυάγιο του πλοίου «Ηράκλειον» αφύπνισε το ελληνικό κράτος, που προχώρησε στη δημιουργία του θαλάμου επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης στο Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας και τη θεσμοθέτηση του απαγορευτικού απόπλου για τα επιβατηγά πλοία.
Το ναυάγιο προκάλεσε την κατάρρευση της Typaldos Lines, που κυριαρχούσε τότε στην εγχώρια ακτοπλοΐα, ενώ μπήκαν οι πρώτες ιδέες για τη δημιουργία των Ναυτιλιακών Εταιρειών Λαϊκής Βάσης.
Η δίκη των κατηγορουμένων άρχισε στις 19 Φεβρουαρίου 1968 στο Κακουργιοδικείο Πειραιά. Είχε προηγηθεί μια σειρά αποκαλύψεων σχετικά με βαρύτατες ευθύνες του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας στην έκδοση πλαστογραφημένων πιστοποιητικών αξιοπλοΐας του σκάφους. Στο εδώλιο κάθισαν τέσσερα στελέχη της πλοιοκτήτριας εταιρείας.
H απόφαση του δικαστηρίου εξεδόθη στις 21 Μαρτίου του ιδίου έτους. Με ποινές φυλάκισης από πέντε ως και επτά έτη τιμωρήθηκαν ο εκ των ιδιοκτητών του «Ηράκλειον» Xαράλαμπος Τυπάλδος, ο διευθυντής της εταιρείας, Παναγιώτης Κόκκινος, και δύο αξιωματικοί του πλοίου.
Οι ποινές ξεσήκωσαν αντιδράσεις από την πλευρά των συγγενών, οι οποίοι τις θεώρησαν πολύ επιεικείς.
Στις 9 Ιανουαρίου 1969 ο δικαστικός φάκελος της υπόθεσης έκλεισε οριστικά, καθώς ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση αναίρεσης των τεσσάρων, οι οποίοι είχαν καταδικαστεί και σε δεύτερο βαθμό για το δυστύχημα.
Η 8η Δεκεμβρίου είναι ημέρα διπλού πένθους για τα Χανιά. Τρία χρόνια αργότερα, στις 8 Δεκεμβρίου 1969, ένα αεροπλάνο της Ολυμπιακής, προερχόμενο από τα Χανιά, κατέπεσε στην Κερατέα, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν και οι 90 επιβάτες.
Η ΣΥΝΤΡΙΒΗ
Το βράδυ της Δευτέρας, 8 Δεκεμβρίου του 1969, και ώρα 20:45, το τετρακινητήριο DC-6, που εκτελούσε την πτήση 954 της Ολυμπιακής Αεροπορίας με προέλευση τα Χανιά και προορισμό την Αθήνα, ειδοποίησε τον πύργο ελέγχου στο Διεθνές Αεροδρόμιο Ελληνικού ότι έχει θέσει σε λειτουργία το ILS, το τυφλό σύστημα προσγείωσης. Έβρεχε και φυσούσε σε όλο το ταξίδι.
Η πτήση που ξεκίνησε στις 19:35 είχε καθυστέρηση γιατί ο κυβερνήτης αναγκάστηκε να κάνει παρεκκλίσεις για να αποφύγει το μέτωπο της κακοκαιρίας. Δύο λεπτά απέμεναν μέχρι την προσγείωση. Πάνω από την Αθήνα μαινόταν η καταιγίδα και φυσούσαν δυνατοί νότιοι άνεμοι. Κανονικά μετά το Σούνιο το DC-6 με τους 85 επιβάτες και το πενταμελές πλήρωμα έπρεπε να ακολουθήσει τη νοητή γραμμή “Μπράβο” που οδηγούσε κατευθείαν στο διάδρομο προσγείωσης του Ελληνικού.
“Χάνω ύψος, χάνω ύψος”, ήταν τα τελευταία λόγια του κυβερνήτη. “Πήγαινε προς τη θάλασσα”, απάντησε ο πύργος ελέγχου. Στις 20:50 οι κάτοικοι της Κερατέας άκουσαν έναν παράξενο θόρυβο πάνω από τα κεφάλια τους. Έντρομοι βγήκαν από τα σπίτια τους και είδαν ένα αεροπλάνο να πετά χαμηλά και να χάνει συνεχώς ύψος. Το αεροπλάνο πέρασε κοντά στον τρούλο του Αγίου Δημητρίου της Κερατέας και κατευθύνθηκε προς το Πάνειο Όρος ή Κερατοβούνι.
Ανήμποροι να βοηθήσουν, οι κάτοικοι παρακολούθησαν τον θόρυβο να απομακρύνεται μέσα στο σκοτάδι και τη ραγδαία βροχή. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα ακούστηκε μία εκκωφαντική έκρηξη. Επακολούθησαν άλλες τρεις και από μακριά ξεχώριζε η λάμψη από τις φλόγες. Το αεροπλάνο είχε συντριβεί με το εμπρόσθιο τμήμα σε χαράδρα, η άτρακτος αποκολλήθηκε και εκσφεδονίστηκε με τους νεκρούς επιβάτες σε μία περίμετρο 1.500 μέτρων. “Χάθηκε, αλλά ήταν παλικάρι. Παρακολούθησα όλη του την αγωνία να απομακρύνει το αεροπλάνο από το χωριό”, είπε την επομένη ο ιερέας Ευ. Λιούμης στους απαρηγόρητους συγγενείς του κυβερνήτη. Ο ιερέας ισχυρίστηκε ότι το DC-6 φλεγόταν ήδη πριν από την πτώση, εκ των υστέρων όμως οι πραγματογνώμονες απέκλεισαν αυτό το ενδεχόμενο. Απέδωσαν τα αίτια σε βλάβη της ραδιοπυξίδας και στις καιρικές συνθήκες. Λίγα λεπτά μετά τη συντριβή του αεροπλάνου, ένας ανθυπασπιστής με μερικούς χωροφύλακες και κάτοικοι της Κερατέας ξεκίνησαν για τον τόπο του δυστυχήματος, ενώ η κακοκαιρία χειροτέρευε. Ύστερα από τρία τέταρτα πεζοπορίας έφτασαν στη χαράδρα για να αντικρίσουν εφιαλτικές εικόνες μέσα από τη φωτιά, που συνέχισε να μαίνεται ως τα ξημερώματα.
Η είδηση μεταδόθηκε από την τηλεόραση και σκηνές αλλοφροσύνης εκτυλίχθηκαν στα γραφεία της Ολυμπιακής στην οδό Όθωνος στην Αθήνα και στα Χανιά. Μέσα στην απελπισία τους οι συγγενείς των θυμάτων ξεκίνησαν από την Αθήνα για την Κερατέα, αλλά οι χωροφύλακες τους εμπόδισαν να κατευθυνθούν προς τη χαράδρα.
Η γυναίκα του συγκυβερνήτη τον περίμενε με φίλους για να διασκεδάσουν. Έπαθε νευρικό κλονισμό. Την επομένη ένας άντρας προχωρούσε ανέκφραστος μέσα στα αποκαΐδια και τα σκόρπια συντρίμμια, κρατώντας ένα γυναικείο παπούτσι. Ήταν της γυναίκας του. Οι άντρες των συνεργείων δεν συγκρατούσαν τα δάκρυά τους όταν αντίκρισαν νεκρό ένα βρέφος, που ταξίδευε με τη μητέρα του. Με μεγάλη δυσκολία, λόγω του δύσβατου της χαράδρας, συνεχίστηκε η μεταφορά των νεκρών. Αργότερα, μέσα στην ημέρα, πομπή από φορτηγά φορτωμένα με φέρετρα πήρε το δρόμο για την Αθήνα. Ένας πατέρας στην Κρήτη δεν άντεξε το θάνατο του γιου του. Πέθανε από καρδιακή προσβολή την επομένη, ενώ στην Αθήνα κηδεύτηκε ένας αξιωματικός του Ναυτικού. Λίγο πριν τα Χριστούγεννα, το δεύτερο δυστύχημα στην ιστορία της Ολυμπιακής Αεροπορίας και το τρίτο στην μεταπολεμική ιστορία της ελληνικής πολιτικής αεροπορίας βύθισε ολόκληρη την Ελλάδα στο πένθος.
Τη στιγμή που έλαβε χώρα η συντριβή της πτήσης ΟΑ 954 της 8ης Δεκεμβρίου 1969, ήταν το πιο θανατηφόρο αεροπορικό δυστύχημα στην ελληνική ιστορία. Ένα αρνητικό ρεκόρ που διατηρήθηκε μέχρι την πτώση της πτήσης 522 των Αερογραμμών Helios με 121 νεκρούς. Εξακολουθεί, ωστόσο, να είναι το πιο θανατηφόρο αεροπορικό ατύχημα στην ιστορία της Ολυμπιακής Αεροπορίας, αλλά και το πιο θανατηφόρο ατύχημα που αφορά αεροσκάφος τύπου Douglas DC-6.
Πηγή: sansimera.gr | mixanitouxronou.gr | cyprustimes.com