Οικονομία Κόσμος ΑΡΘΡΑ

Φθηνή Ενέργεια για Όλους… Yok!



του Αδάμ Αδαμόπουλου

Η αρχική υπόσχεση ότι η απελευθέρωση και ενοποίηση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη θα απέφερε ραγδαία μείωση του κόστους του ρεύματος για τους καταναλωτές αποδείχτηκε ψευδεπίγραφη και έωλη. Στην πραγματικότητα, το κόστος του ρεύματος αντανακλά, σήμερα, περισσότερο το πραγματικό κόστος λειτουργίας των μονάδων σε σύγκριση με τα όσα ίσχυαν τα προηγούμενα χρόνια. Το πρόβλημα δεν αφορά μόνο στην Ελλάδα, όπου όλες οι πληροροφίες κατατείνουν στο ότι τα νέα τιμολόγια του ρεύματος θα είναι αυξημένα ακόμη και κατά 50%, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, που υποφέρει από τις ραγδαίες αυξήσεις των τιμών στις αγορές χονδρικής.

Αυτό δεν αφορά μόνο τους ιδιώτες παρόχους αλλά και στην ΔΕΗ καθώς υπάγεται στο πλαίσιο που έχει θεσπίσει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.

Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Γερμανίας που διέθετε άλλοτε, από τις πιο χαμηλές τιμές ενέργειας στην ήπειρο, αλλά και της Βουλγαρίας. Ιδίως στην Γερμανία η αύξηση των τιμών του ρεύματος από την αρχή του έτους έχει ξεπεράσει το 60%.

Είναι ενδεικτικό της κατάστασης ότι από τον Ιανουάριο η τιμή του ρεύματος στη χονδρεμπορική αγορά έχει «ξεφύγει». Τα στοιχεία από το Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας αποτυπώνουν τη ζοφερή κατάσταση στην αγορά καθώς οι τιμές του ρεύματος από τα 52,52 ευρώ η μεγαβατώρα στην αρχή του έτους, ξεπέρασαν τον Ιούλιο τα 101,86 ευρώ ανά μεγαβατώρα! Μάλιστα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Energylive η Ελλάδα βρέθηκε στην κορυφή του σχετικού καταλόγου για τον περασμένο μήνα Αύγουστο, αφού κατέγραψε την υψηλότερη μέση τιμή προημερήσιας αγοράς (day-ahead market) σε μηνιαία βάση (121,72 ευρώ η μεγαβατώρα). Τη χώρα μας ακολούθησαν κατά πόδας η Ρουμανία με 112,7 ευρώ ανά μεγαβατώρα, η Ιταλία με 112,4 ευρώ, η Βουλγαρία με 111,55 ευρώ, η Σερβία με 109,65 ευρώ, η Ουγγαρία με 109,02 ευρώ και η Πορτογαλία με 105,99 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ στον αντίποδα βρέθηκε η Γαλλία με 77,3 ευρώ η μεγαβατώρα.

Με βάση την εικόνα της αγοράς και τους παραπάνω υπολογισμούς, οι ανατιμήσεις που θα έρθουν θα είναι πολύ μεγάλες και οι καταναλωτές, οικιακοί και βιομηχανικοί, θα πρέπει να προετοιμάζονται για τιμολόγια τόσο υψηλά, ώστε το πρόβλημα να διαχυθεί όχι μόνο στις φτωχές εισοδηματικά τάξεις που δεν θα μπορούν να ανταπεξελθουν στα κόστη, αλλά και στη μεσαία τάξη που έως τώρα θεωρείτο σχετικά άτρωτη σε τέτοια φαινόμενα.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το πρόβλημα δεν θα περιοριστεί μόνο στον μικρό τελικό καταναλωτή, αλλά θα επεκταθεί και στην ευρωπαϊκή βιομηχανία. Ύστερα από την επέλαση των ανοδικών τιμών, η βιομηχανία θα πάψει να είναι ανταγωνιστική, πολλές μονάδες θα κλείσουν και άλλες θα υποχρεωθούν να μετακομίσουν σε χώρες εκτός Ε.Ε. «Είναι αναπόφευκτο αυτό», είπε χαρακτηριστικά.

Η ευθύνη ανήκει εξ ολοκλήρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συνέχισε, η οποία ανέθεσε σε γραφειοκράτες, δίχως γνώση του αντικειμένου, τη χάραξη της πολιτικής για την ενέργεια, με αποτέλεσμα τις αποφάσεις για πρόωρη απολιγνιτοποίηση και το μηχανισμό για τις εκπομπές ρύπων που θα οδηγούσαν, υποτίθεται, πιο γρήγορα και με ασφάλεια στην Ενεργειακή Μετάβαση. Καθώς οι λιγνιτικές και ανθρακικές μονάδες έκλεισαν, ή θα κλείσουν σταδιακά, πυροδοτήθηκε μια αυξημένη ζήτηση για φυσικό αέριο που θα λειτουργούσε ως καύσιμο-γέφυρα, στην πορεία προς την ουδετερότητα άνθρακα και θα διευκόλυνε την πράσινη ανάπτυξη. Αυτό με τη σειρά του έστειλε την Ευρώπη κατευθείαν στην αγκαλιά των μεγάλων προμηθευτών του καυσίμου, δηλαδή τις ΗΠΑ και κυρίως την Ρωσία που έσπευσε να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία, με το δραστικό περιορισμό των εξαγωγών από τους αγωγούς της Ουκρανίας, επιτείνοντας την κρίση τιμών στην αγορά.

Έτσι, οι γραφειοκράτες των Βρυξελών δημιούργησαν τις συνθήκες που επέτρεψαν αυτό το αναπότρεπτο ράλι των τιμών της ενέργειας που κατά τα φαινόμενα, θα συνεχιστεί στα χρόνια που έρχονται, υπονομεύοντας το μέλλον της ανάπτυξης της περιοχής. Αυτή η Ευρώπη είναι πλέον μη ανταγωνιστική με αυτά τα τεράστια κόστη για την ενέργεια σε σχέση με χώρες όπως η Τουρκία που, ούσα εκτός μηχανισμού και με πλήρη στόλο ανθρακικών μονάδων σε λειτουργία, διαθέτει το πιο χαμηλό κόστος ενέργειας.

«Είναι φανερό πως η Ευρώπη έχει χάσει το παιχνίδι και το αφήγημα για φθηνή ενέργεια για όλους δεν ισχύει πλέον…», κατέληξε.


ΠΗΓΗ